Κρυοθεραπεία

Η συνεχής επιστημονική αναζήτηση για την αντιμετώπιση των λιπωδών εναποθέσεων στο σώμα και της όψης φλοιού πορτοκαλιού, πρόσφατα μας έδωσε ένα ακόμη όπλο με την τεχνική ψύξης των υπό θεραπεία ιστών. Η κρυοθεραπεία είναι μη επεμβατική θεραπευτική μέθοδος κατά την οποία μέσω της ψύξης του λιπώδους ιστού, προκαλείται η διάλυση των λιποκυττάρων (λιπόλυση). Με αυτό το τρόπο προκαλείται μείωση του σωματικού λίπους, χωρίς να προκαλείται βλάβη σε άλλους ιστούς.

Η κρυοθεραπεία, κρυολιπόλυση ή αλλιώς κρυοχειρουργική, όπως αποκαλείται και στο χώρο της δερματολογίας, έχει ευρύ πεδίο εφαρμογών στην Ιατρική, στη Φυσικοθεραπεία, και στην Αισθητική. Στην επιστήμη της Αισθητικής αφορούν κυρίως οι φυσιολογικές αντιδράσεις που ακολουθούν την πρωτογενή τοπική συστολή, όσον αφορά τη θεραπεία της κυτταρίτιδας και του τοπικού πάχους, στην αντιμετώπιση των γεροντικών κηλίδων και της φωτογήρανσης.

Η κρυοθεραπεία εφαρμόζεται πολλά χρόνια για την αντιμετώπιση Αισθητικών προβλημάτων, όπως της υπερμελάχρωσης με εφαρμογές υγρού αζώτου, τεχνικών επίδεσης κρύων επιθεμάτων για επιδερμική σύσφιγξη, και θρυμματισμένου πάγου για θεραπείες αδυνατίσματος.
Η πρώτη εφαρμογή πραγματοποιήθηκε από το Γερμανό φυσιολόγο C.Gerhard,για τη θεραπεία μιας δερματολογικής πάθησης, ο οποίος το 1885 δημοσίευσε ένα άρθρο για την αποτελεσματικότητα της εφαρμογής του κρύου στη θεραπεία της δερματικής φυματίωσης. Το 1889 χρησιμοποιείται από τον Αμερικάνο δερματολόγο A.C.White , ο υγροποιημένος αέρας για τη θεραπεία δερματικών παθήσεων. Για πρώτη φορά στη θεραπευτική , το 1905 εισάγεται ο όρος «κρυοχειρουργική» από το Γερμανό δερματολόγο M. Juliesberg, ενώ από το 1960 και μετά με τη χρήση του υγρού αζώτου, η κρυοχειρουργική εξελίχθητε στη σύγχρονη κρυοχειρουργική.
Η έρευνα γύρω από την εφαρμογή της κρυοθεραπείας έδειξε ότι κάτω από ελεγχόμενες συνθήκες, τα λιποκύτταρα του υποδόριου ιστού διαλύονται πιο εύκολα όταν εκτίθενται στο κρύο. Πιο συγκεκριμένα, ότι το αρχικό ζέσταμα της περιοχής ενεργοποιεί τη μεμβράνη των λιποκυττάρων και κατόπιν η συνεχής έκθεση τους σε ψύξη προκαλεί την απόπτωση τους (φυσικός ελεγχόμενος θάνατος των κυττάρων). Η ελεγχόμενη τοπική ψύξη ιστού μπορεί να προκαλέσει επιλεκτική μείωση του λίπους των κυττάρων, και την επακόλουθη απώλεια του υποδόριου λίπους, χωρίς να καταστραφεί το υπερκείμενο δέρμα. Μπορούμε λοιπόν να μιλάμε για μια «επιλεκτική κρυολιπόλυση».

Τα φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα είναι:
Α) Πρωτογενή τοπική και γενική αγγειοσυστολή, κυρίως στους επιφανειακούς ιστούς και οφείλεται στη προσπάθεια του οργανισμού να διατηρήσει τη θερμοκρασία του.
Β)Μείωση της μεταβολικής δραστηριότητας των περιοχών στις οποίες εφαρμόζεται η θεραπεία.
Γ) Τοπική αναλγησία και ελάττωση του μυϊκού σπασμού
Δ) Δευτερογενής τοπική αντίδραση αγγειοδιαστολής, η οποία παρουσιάζεται περίπου επτά λεπτά μετά τη τοπική αγγειοσυστολή και εκδηλώνεται ως ερύθημα στους επιφανειακούς ιστούς.
Δ) Ελάττωση του πόνου, καθώς η εφαρμογή του κρύου στους ιστούς μειώνει τη ταχύτητα της νευρικής αγωγής και προκαλεί αναλγησία.

Οι φάσεις της τεχνικής αφορούν :
1. Φάση ψύξης, όπου επέρχεται κυτταρική καταστροφή των λιποκυττάρων λόγω μετατροπής του ενδοκυττάριου υγρού σε πάγο
2.Φάση απόψυξης, όπου προκαλούνται αργές μεταβολές στον όγκο του εξωκυττάριου και ενδοκυττάριου χώρου. Παράλληλα λόγω της μεταφοράς ηλεκτρολυτών παρατηρούνται βλάβες στη κυτταρική μεμβράνη. Η ενδοκυττάρια επανακρυσταλοποίηση του νερού που παρατηρείται συντελεί επίσης στην κυτταρική καταστροφή. Σημαντικό ρόλο στην πρόκληση ελεγχόμενης βλάβης στους ιστούς σε κυτταρικό επίπεδο παίζει η τελική θερμοκρασία που επιτυγχάνεται.
3.Αγγειακή Φάση, μετά την εφαρμογή της κρυοθεραπείας, μια μικροσκοπική εξέταση των βλαβών δείχνει μετά από δύο ώρες την ύπαρξη οιδήματος, αγγειακής βλάβης, αιμορραγίας και μικροθρομβών. Αν η εξέταση επαναληφθεί μετά από πέντε έως οκτώ ώρες, παρουσιάζεται νέκρωση στην περιοχή της κρυοθεραπείας.
4.Ανοσολογική Φάση, Μετά από κλινικές μελέτες έχει παρατηρηθεί ότι η κρυοθεραπεία μπορεί να έχει θεραπευτικό αποτέλεσμα σε παθολογικές καταστάσεις, αλλά μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ανοσολογική απάντηση του οργανισμού σε αντιγονικούς παράγοντες που προκαλούν τις καταστάσεις αυτές.

Οι συσκευές που διατίθενται στην διεθνή αγορά κοστίζουν από 8.500- 85.000 ευρώ.